Новогреческий словарь
περσινός
περσινός
прошлогодний
;
===
~ά ξινά σταφύλια — погов. [phrase]вспомнил прошлогодний снег![/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прошлогодний
? —
περσινός
как с
(ново)греческого
переводится слово
περσινός
? — прошлогодний
#
(ново)греческий словарь
—
ανθρώπειος
—
φρεσκάρω
—
εγκυστίωση
—
ανθυπορύσσω
—
λίπωμα
—
επισφράγισμα
—
ούλτρα
—
ανευλαβής
—
πετσωμός
—
αχλωροφυλλία
—
ρινοκοπώ
—
ανάντη
—
γεννητούρια
—
μπαρουτόβολα
—
ξαναμώραμα
—
οινόπνευμα
—
καλαμποκίσιος
—
λυσσιάζω
—
μοναχισμός
—
διάργυρος
—
ακροσμίχω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве