Новогреческий словарь
ημιανοίγω
ημιανοίγω
приоткрывать, приотворять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
приоткрывать
? —
ημιανοίγω
как на
(ново)греческом
будет слово
приотворять
? —
ημιανοίγω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ημιανοίγω
? — приоткрывать, приотворять
#
(ново)греческий словарь
—
μορφογενετικός
—
φροξινάνθι
—
υψίφωνος
—
ακαταμέριστος
—
απολογιέμαι
—
καμηλόσουπα
—
πλάνισμα
—
εκατομμυριοστός
—
αναθεωρήσιμος
—
σιναπόσπορος
—
ευεξάλειπτος
—
θαοματουργός
—
κομματιαστός
—
ακριδόπληκτος
—
έξωρος
—
γλωσσοτρώγω
—
πεντάμορφος
—
γλίστρα
—
ανθράκευση
—
αντισοβιετικός
—
εγωτιστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве