|
быть застигнутым врасплох #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово быть застигнутым врасплох? — αιφνιδιάζομαι как с (ново)греческого переводится слово αιφνιδιάζομαι? — быть застигнутым врасплох — ενεργούμαι — κουραδόμαγκας — διάργυρος — πέλμα — γαλακτερά — κάθοδος — αρριχτος — αναστολέας — εμμηνοόπαυση — πετρελαιοπαραγωγή — αφύσικα — καταξεριάς — αγρύπνια — σταδιοδρομώ — σκληρίζω — αμήνοτος — μακάσι — κατάτμησις — μυσταγωγώ — άστικτος — φρατρία |
|||