|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αξιοποιήσιμος? — — απροσωποληψία — μπουσουλίζω — θεονήστικος — ποντοπορία — διαχασματικός — γιαβρούμ — εμπροθέσμως — υπέρτονος — μαλαγάν — προαίσθημα — αγκίδι — χειρόφρενο — καταδεκτικός — κατατοπίζω — αλληλοπαθής — δεκαπλούς — υδραργύρωμα — προσωπογραφικός — αβοσκος — σμυριδοχάρτης — λοκαντιέρης |
|||