Новогреческий словарь
διετής
διετ|ής
двухлетний
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
двухлетний
? —
διετής
как с
(ново)греческого
переводится слово
διετής
? — двухлетний
#
(ново)греческий словарь
—
εφυγραίνω
—
κλιβανεύς
—
ασβέστιο
—
ανθοστολισμένος
—
πρυτανεύω
—
κορδακισμός
—
επιτοχής
—
διεγγύησις
—
εκφύω
—
γγίζω
—
ιματιοφύλακας
—
γαλίφος
—
εσκεμμένος
—
προϋπηρετώ
—
ραψωδός
—
έδεσμα
—
εφοπλισμός
—
μαρτυρίκι
—
οφιοφάγος
—
αποδέλοιπο
—
Μαυράκης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве