Новогреческий словарь
αφάρμακος
αφάρμακ|ος
без лекарств
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
без лекарств
? —
αφάρμακος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αφάρμακος
? — без лекарств
#
(ново)греческий словарь
—
διακανόνιση
—
χοντροδουλειά
—
ανύψωτος
—
νεφρόλιθος
—
υφασματεμπόριο
—
ευτοκία
—
πενταφωνία
—
ζευγόλουρο
—
ματογυάλια
—
επαναδραστηριοποιούμαι
—
μάργα
—
άταχτος
—
ορμή
—
παγοποιείο
—
πορδίζω
—
αποκτηνώνω
—
πρήσμα
—
αναγνώστρα
—
αναιώνιος
—
αποκαλυπτικός
—
κορακόβηχας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве