|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αιματάλευρο? — — κρότων — τραχανόσουπα — τεμπελχανεύω — φθονερά — βρεττανικός — άβλαβος — ανοικοδόμηση — μανικοκάππι — σύναξη — νομισματοδέκτης — απρόστακτος — δοξάζω — πένης — κολλέγας — οπώδης — αναγνωσματοποίηση — αισθαντικότητα — καρυόφυλλο — αργυρούς — υποδεκάμετρο — τζίγκος |
|||