|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοκάλωμα? — — φαινομενικά — φαμελιά — διάμεσον — χαρισματικός — γγίζω — πραγματοκρατία — οργιάζω — γωνιωτός — ευλογώ — εμπαιγμός — δίπλα — αμπελότοπος — μοιχεία — γλυκόνειρεύομαι — ατρατάριστος — σαρκαστής — αρτένω — φυσιοκρατικός — λαχταριστός — ακτινοσκόπος — νοικοκυρεύω |
|||