Новогреческий словарь
δαχτυλάκι
δαχτυλάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δαχτυλάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συνολκή
—
υμνητικά
—
μυώ
—
αμμωνιτοειδή
—
αλεξιβρόχιο
—
επιτηρητής
—
παραλογώ
—
αόριστος
—
ξέπεσμα
—
εργατικότητα
—
επίχριση
—
μπουγαδάς
—
συστολή
—
συνωδία
—
γύφταρος
—
ανευλαβώς
—
επιθετικότητα
—
ψυχομαχάω
—
αλογόμυϊα
—
κακόντυτος
—
αντίκρουση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве