Новогреческий словарь
αποκεντρωτικός
αποκεντρωτικός
децентрализующий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
децентрализующий
? —
αποκεντρωτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποκεντρωτικός
? — децентрализующий
#
(ново)греческий словарь
—
πικετοφορία
—
σεληναίος
—
εξακύλινδρος
—
εξασθένωση
—
αρωματώδης
—
προσκυνώ
—
απελέκητος
—
επιχάλκωμα
—
ξινά
—
ξεσαμαρώνω
—
αρμεχτός
—
πρώραθεν
—
τσάπισμα
—
φορολογήσιμος
—
καραμέλλα
—
εγωιστής
—
εμμηνορραγία
—
υποσκαπτικός
—
απαράβλητος
—
εκπατρισμός
—
τεμπέλικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве