Новогреческий словарь
λιθογνωμικός
λιθογνωμικός
понимающий толк в драгоценных камнях
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
понимающий толк в драгоценных камнях
? —
λιθογνωμικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
λιθογνωμικός
? — понимающий толк в драгоценных камнях
#
(ново)греческий словарь
—
αμαυρόχρωμος
—
αλαλομάρα
—
ακατάστατα
—
ξεντερίζω
—
υαλουργός
—
ξεδιπλώνω
—
γραφειοκράτις
—
προτροπή
—
πρέσσα
—
βυθομέτρηση
—
πλεύριση
—
επενδυτικός
—
πολυκατάστημα
—
αντισταθμιστικός
—
γύψινος
—
αρωματικότητα
—
γλακώ
—
λουσαρίζω
—
μοιραστής
—
μελισσοκομική
—
αμαυροφανής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве