|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πλατύχωρος? — — είσοδος — ηλιοστάλακτος — παλιός — δυσκολοδιήγητος — ερωταπόκριση — στάτωρ — ερασιτεχνισμός — γενεσιουργός — επισκεπτήριο — εντεροστομία — τραγελαφικός — έγκριση — κονταριά — διορία — ευημερία — ράμπα — γαϊτανοφρύδης — σαλό — παράβυστον — επάνωθεν — τεσσαρακοστό |
|||