Новогреческий словарь
επαναδραστηριοποιημένος
επαναδραστηριοποιημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επαναδραστηριοποιημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
επένδυμα
—
θρίαμβος
—
χιονιάς
—
αλιεύς
—
πικροαίματος
—
καλοκαιριάζει
—
αντίον
—
ψαχουλευτά
—
χολάτος
—
αποθάρρυνση
—
εγκσρδίωση
—
ολιγόζωος
—
βρυγμός
—
μινυρισμός
—
προστακτική
—
τεκταινόμενα
—
ασκιαγράφητος
—
κογχύλη
—
παρέκει
—
σπυριάρικος
—
νεοπαγής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве