Новогреческий словарь
ανιχνεύτρια
ανιχνεύτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανιχνεύτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ιερατεύω
—
πλατωνικός
—
μαρρόν
—
μυριάδα
—
ερευνώ
—
φωτογράφημα
—
αλλέγρος
—
θριαμβεύτρια
—
γριτσανίζω
—
ρουτινιέρης
—
συμφωνητικό
—
λιθανθρακωρυχείο
—
θόριο
—
σκιρρωνοζέφυρος
—
ποιμαντικός
—
κομμούνι
—
χυτοσίδηρος
—
πολιτιστικά
—
απεχθάνομαι
—
εκκενωτής
—
αποβοήθειο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве