|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναπαλαιωμένος? — — πεζότητα — πολύδεντρος — εσοδιάζω — άφωτος — γλείφτης — σλεπιτζής — χουβορνταλίκι — λιοστάσι — εβδομαδιάτικος — κλαπαρχίδας — σανό — ξυλόλιθος — ερεβίνθινος — χοντρομυτης — εβδομηκονταετηρίδα — φιλόπρωτος — αρτηρίτιδα — ακλήρωτος — διακύβευση — κουταλάκι — καλλωπισμός |
|||