Новогреческий словарь
αναπαλαιωμένος
αναπαλαιωμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναπαλαιωμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
καρκινολογικός
—
αβάφτιστο
—
σκατώνω
—
διαφέγγω
—
σελήνιο
—
παιδομάνι
—
βεργολυγερή
—
στουμπάνισμα
—
δερματολογία
—
νευρασθενής
—
ανθελονοσιακός
—
γεωπονική
—
γουνάράδικο
—
επίταχτος
—
οστριασιρόκος
—
κατώτερος
—
μπουρέκι
—
συνειδητότητα
—
εκλύω
—
ασήκωτος
—
έφιππος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве