|
το мох #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мох? — μούσκλι как с (ново)греческого переводится слово μούσκλι? — мох — προσγειωμένος — σουγιάς — αυτεξούσιος — ραδόνιο — αλκοολοποιία — διακοίνωση — έ — όξεινος — μεταποίηση — ασάλευτος — γλινιάς — εφτακόσιοι — φωτοσκίαση — αφωτογράφητος — αχαράτσωτος — γαλακτόλιθος — ελάσσων — αεροζυγιάζομαι — ματόφυλλο — ψίθυρος — κολάζομαι |
|||