Новогреческий словарь
ποτηράκι
ποτηράκι
το
рюмка, рюмочка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рюмка
? —
ποτηράκι
как на
(ново)греческом
будет слово
рюмочка
? —
ποτηράκι
как с
(ново)греческого
переводится слово
ποτηράκι
? — рюмка, рюмочка
#
(ново)греческий словарь
—
απηλιθιώνω
—
ακύκλωτος
—
μωρολογία
—
αγελαδοκομία
—
φακή
—
μεσάλα
—
μετοικίζω
—
αλάρμη
—
βουτυροποιείο
—
ηλεκτροφυσιολογία
—
σεισμογόνος
—
αστεριασμένος
—
κωλόχορτο
—
απολίτιστα
—
μακρινός
—
σάκχαρη
—
κακοήθης
—
πολυμέριμνος
—
εθλασα
—
αρτηριοσκληρωτικός
—
ανακάτωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве