|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μούναρος? — — εγκιβωτίζω — άφθορος — Γιούνης — εκφοβώ — κυτταρογόνος — εμνήσθην — αναπηρώ — ανεπίφθονος — συντεφένιος — παλιατζίδικο — αριστοβάθμιος — βώτζος — υμενώδης — υπερβολικότητα — φωτοαντίγραφο — συλλογιέμαι — στενόχωρα — καυτηριασμός — λυκανθρωπία — κομπανία — πρόταξη |
|||