|
сильно завидовать (кому-л.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сильно завидовать? — ζηλοφθονώ как с (ново)греческого переводится слово ζηλοφθονώ? — сильно завидовать — δεκαπενταύγουστο — πιπεράτος — ανάργητος — γκερντάνι — εορτάστρια — αποβλητος — χρηματοδότης — βυθοκορήματα — ζατσίντο — κάτης — μαστίζω — παρδαλός — πλησίον — ξαφνισμός — αστέγνωτος — αρραβωνιάζω — ενδοαγγειακός — συγκυριαρχία — βαρούλκο — σαμποταριστής — ελαφρώνω |
|||