|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βλάσφημος? — — άκρος — πρωτεργάτης — αρίδα — εμπροσθοφυλακή — πρασινίλα — καϊξής — υποπόδιον — αφή — ινδονησιακός — αυτοϊκανοποιούμαι — τείχισμα — εναποθέτω — νιαούρισμα — συγκόπτομαι — τεχνουργία — ρόταρυ — ταχυμάθεια — στομίς — νεροπότηρο — ραδιοτηλέγραφος — φορολογήσιμος |
|||