Новогреческий словарь
λαϊκίζω
λαϊκίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαϊκίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βυζαντινισμός
—
χειροβομβιστής
—
αποστρατιωτικοποιώ
—
καφεπότρια
—
συνοδηγήτρια
—
αρνόκουρα
—
ηλεκτροτυπία
—
διαθρύπτομαι
—
αφεντοχωριάτης
—
χιτλερισμός
—
δίκορμος
—
τσαγκαροσούβλι
—
διαιρετό
—
τραχανάς
—
συνδιάγω
—
δαγκωμένος
—
προικιό
—
αεραιμία
—
δίωρος
—
θείο
—
μικρόνους
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве