|
το парча #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово парча? — λαμέ как с (ново)греческого переводится слово λαμέ? — парча — αταλος — προσποιητός — αποζυγώνω — πιτσιλωτός — κρυμοπαγώ — καπούλια — κρατώ — αλγώ — βασκανθήρα — αψομιλώ — νήπιο — ετερόκλητος — σειραϊκός — σαφρακιασμένος — παλαιοβιβλιοπώλης — σαραντάρης — κανονίδι — χωριάτικος — ξεγυμνώνω — δηλώσιμος — καπελλάδικο |
|||