Новогреческий словарь
κρατικοποιούμαι
κρατικοποιούμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κρατικοποιούμαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ακριβής
—
τενεκεδένιος
—
παραδοξολόγος
—
χονδρογένεση
—
αερικό
—
άσεμνος
—
εύτολμος
—
μικροβιοθεραπευτική
—
καθεστωτικός
—
αραχνώδης
—
σκουντούφλης
—
άσπρισμα
—
ψάχνομαι
—
βαθαίνω
—
βολτάρω
—
ηδυντικός
—
αντρειώνομαι
—
χλωρίδα
—
αναλίσκω
—
αισχροκερδώ
—
βαναυσούργημα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве