Новогреческий словарь
έπος
έπ|ος
το
эпос
;
~ ηρωϊκόν — героический эпос
;
===
αμ' έπος, άμ' έργον — [phrase]сказано - сделано[/phrase]
;
ως ~ ειπείν — одним словом, коротко
;
έπεα πτερόεντα — пустые слова, одни слова
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эпос
? —
έπος
как с
(ново)греческого
переводится слово
έπος
? — эпос
#
(ново)греческий словарь
—
αερομοντελισμός
—
τσίνουρο
—
πηγωνιά
—
κουτόχορτο
—
αποκοσκινάω
—
αποστερούμαι
—
υποσημειούμαι
—
χαραξιά
—
ξεφουσκωμένος
—
μαυρομούρης
—
έλεγξις
—
επεμβασίας
—
πλινθόκτισμα
—
ρουμπινύς
—
υπερπροστατευτισμός
—
γλίσχρος
—
αναίτιος
—
μαλαγρώνω
—
σπιρτόζος
—
καπνοσύριγγα
—
ατζαμιλίκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве