Новогреческий словарь
καταναλώτρια
καταναλώτρια
η
потребительница
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
потребительница
? —
καταναλώτρια
как с
(ново)греческого
переводится слово
καταναλώτρια
? — потребительница
#
(ново)греческий словарь
—
κίρκος
—
πλαταγή
—
τακτικά
—
αποβλάκωμα
—
κοφτή
—
κινέζικος
—
αμπελοκτηματίας
—
αυτοσχεδίαστος
—
ευδαιμονικός
—
αχερόπλεχτος
—
πέτσωμα
—
χωρονομία
—
καυτηρίαση
—
κοψαχείλης
—
άφρισμα
—
γκιλοτίνα
—
ξεκουφαίνω
—
ἀναστάς
—
ευκολόπαρτος
—
ξυλιά
—
επανεκλογή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве