Новогреческий словарь
νιτροβάμβαξ
νιτροβάμβαξ
(-ακος) ο хим.
пироксилин
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пироксилин
? —
νιτροβάμβαξ
как с
(ново)греческого
переводится слово
νιτροβάμβαξ
? — пироксилин
#
(ново)греческий словарь
—
αντροχωριστής
—
σοβάντισμα
—
βαθουλώνω
—
ξεκαλουπώνω
—
χηνάρης
—
πολύλογος
—
πλημμυροπαθής
—
γκάβρα
—
ευζωία
—
αμβλυωπικός
—
διδάκτωρ
—
ξενόφωνος
—
πανομοιότυπο
—
μεσημερίαζομαι
—
καμηλόσουπα
—
ισχιάς
—
αντιχαίρω
—
ζαλικωμένος
—
νούμερο
—
δυσηλεκτραγωγός
—
επιβάλλων
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве