|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово στυφά? — — ανεμόμυλος — αβοήθητος — φθειασίδι — ουδετεροφιλία — ηλεκτροδοτώ — τές — παιδιατρική — διαδοσίας — κακοτυχιά — περιμαζεύω — αμέλημα — χωραίτης — μητρυιά — φορτωμένος — αποσυνάπτω — σύντομος — προεόρτια — ραδιοακτινοβολία — αποδιοπομπαίος — υποκοριστικό — καρβέλι |
|||