|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αραιοκατοικημένος? — — χουρμαδιά — ηδονικά — αλληλοσπαράσσομαι — βασικός — προσωπικότητα — άμμο — γηθόσυνος — αστεροπληθής — αεροβάτης — μνημειώδης — διυφαίνω — καμπανίτσα — διαβαίνω — εγγύθεν — αναξιοπρέπεια — συσταχώνω — κύανος — πλίνθινος — αλαβάστρινος — κοχλιοστρόφιο — χαρακτική |
|||