Новогреческий словарь
παγκοσμιοποιώ
παγκοσμιοποιώ
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
παγκοσμιοποιώ
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δενδρόφυτος
—
μονιμοποιώ
—
ακριβολόγος
—
στοίβας
—
φαρμακογενής
—
ψήλωμα
—
νεκροτοκώ
—
εργαλειός
—
ξελίγωμα
—
δασυγένειος
—
συγκρουστήρας
—
εφτακοσάρα
—
ασύχναστα
—
ανθολόγος
—
πανοσιότης
—
κοινοβούλιο
—
γεωτρύπανο
—
δάδιασμα
—
ριζοβολάω
—
σητόβρωτος
—
εθνικιστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве