|
το конопачение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конопачение? — καλαφάτισμα как с (ново)греческого переводится слово καλαφάτισμα? — конопачение — σκυλάς — συγκυβερνητικός — διασκέλισμός — τσουχτερός — ριξιά — ταχύπορος — εξωμερίτισσα — ασημογόμαρο — εκπύημα — κομπολογάς — οπλιταγωγό — χτυποβροντάω — λερώνω — αμάλλιαγος — αλισιβερίσι — αγχίνοια — νοσομανία — ρεματισμός — τυχόν — αντεροβγάλτισσα — επταγωνικός |
|||