Новогреческий словарь
μεταλλογραφία
μεταλλογραφία
η 1)
металлография
;
2)
резьба по металлу
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
металлография
? —
μεταλλογραφία
как на
(ново)греческом
будет слово
резьба по металлу
? —
μεταλλογραφία
как с
(ново)греческого
переводится слово
μεταλλογραφία
? — металлография, резьба по металлу
#
(ново)греческий словарь
—
ινκόνιτο
—
πτερούμαι
—
ξυλάλευρο
—
πολιομυελίτιδα
—
κανιβαλίζω
—
καυσιμότητα
—
αρχιχρονιάτικος
—
χορτόπιττα
—
μποτάκι
—
καμινέας
—
εγκολπίας
—
καταπολέμηση
—
άγδυτος
—
αιμοφιλικός
—
υπαινίσσομαι
—
ακροκέραμο
—
δίπλινθος
—
αντιδραστήριο
—
ανυφαντάρης
—
καβατζάρισμα
—
τριάλμπουρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве