|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μυομήτριο? — — μεγεθυντής — υπόκωφος — ιδεαλιστής — συμπεπιεσμένος — σύναπάντημα — διάστερος — χάντρα — στολισμός — καλόβολος — γούτος — πλήττω — επίγνωση — ελεεινά — τριχοφόρος — αστρίφωτος — αδιάψευστος — εναντιοφανής — υδρομασάζ — βιβλιοκριτικός — οξυρεγμία — ανεπιστρεπτί |
|||