Новогреческий словарь
τσιγγάνικος
τσιγγάνικ|ος
цыганский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
цыганский
? —
τσιγγάνικος
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσιγγάνικος
? — цыганский
#
(ново)греческий словарь
—
λιποβαρές
—
γιορντανάτος
—
ελαιόδενδρο
—
όραση
—
υπαγωγή
—
θρυλούται
—
ερωτοδουλειά
—
απολήγω
—
αυτομόλησία
—
εντελώς
—
εφοπλιστικός
—
παραωριμάζω
—
χρωματοφόρος
—
ξεβάσκαμα
—
εφαρμοστής
—
λογιστικός
—
χόχλος
—
υπαρξισμός
—
διπόντες
—
μαγνητοθερμικός
—
κουρσάρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве