Новогреческий словарь
εμμανώς
εμμανώς
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμμανώς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αλκοολούχος
—
άμαλλος
—
ξοδεύω
—
παλουκώνω
—
διαχάραξη
—
μεθοκόπι
—
εκθάπτω
—
ψύξη
—
άμελος
—
αποτίναγμα
—
στασίαρχος
—
δημαγωγία
—
κουρελής
—
ευκοίλιος
—
θερμιδομετρία
—
ισόγειο
—
χτικιάρης
—
αντιφέγγω
—
τυραννισμένος
—
ανεμοτάραχτος
—
ακεφα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве