Новогреческий словарь
διαμοιβή
διαμοιβή
η
обмен
;
~ επιστολών — обмен письмами
;
~ προϊόντων — обмен товарами
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обмен
? —
διαμοιβή
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαμοιβή
? — обмен
#
(ново)греческий словарь
—
δεκαεννεάκις
—
λαδάδικο
—
ορθογώνιος
—
εκγράφω
—
συγχρονία
—
άρα
—
νευροληπτικός
—
κακέκτυπος
—
πειθαρχία
—
υφεσιακός
—
υίοθεσία
—
επίσκοπος
—
οσονδήποτε
—
τερατωδία
—
δάχτυλας
—
μηλολάνθη
—
γυρωτικός
—
συνηγορία
—
τσέπωμα
—
υποδιεύθυνση
—
εχεμύθεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве