|
ο уст. (проливной) дождь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дождь? — όμβρος как с (ново)греческого переводится слово όμβρος? — дождь — αναχωματισμός — στραβοπάτημα — γαρνίρω — ηλιόχρυσος — βέβαιος — αντικείμενο — βαρυχειμωνιά — χνούδιασμα — δοξαρίζω — αδιαλάλητος — παλικαράς — στρείδι — ύγρανση — αποκοσκινίζω — στοίχος — επαρχιώτισσα — γιδάς — υψιτενής — ορφάνια — ευχαριστήριο — Ιαπωνία |
|||