|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χαλεπά? — — ουρολογία — ξεσυνέριση — κραιπάλη — οξύαυλος — εθιμικός — ιπποτισμός — αξονομετρικός — πουλακίδα — περίφραξη — δευτέρι — κατασκευασμένος — γλουτιαίος — αποσταθεροποιώ — συσπειρώνω — μπουκάρισμα — σκληρύνω — εξαγνισμός — σέβαση — κληρονομιαίος — πορτοκαλιά — αρλούμπα |
|||