|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακαταλληλότητα? — — οινοδοχείο — υδρολύω — μονοιασμένος — καναδέζικος — ζεύομαι — αυτομαγνήτιση — διαπερονώ — αμεταβλησία — μεριάζω — λιγδιάρης — δαφνιακός — πυκνοφούντωτος — ωχροκύανος — φαλτσαριστός — μουζελιά — κοινή — λιμαδόρος — ριζώνω — νουνεχής — αναισθητίαση — αγορανομικός |
|||