Новогреческий словарь
ενεργειακός
ενεργειακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενεργειακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σκληριά
—
ασβέστιο
—
σκληροτράχηλος
—
διμεταλλικός
—
ώχοντα!
—
εβίβα
—
άψαλτος
—
ραδιολογία
—
εντεταλμένος
—
μπαλτατζής
—
αντάξια
—
δενδρώνας
—
διαστροφικός
—
αναστημόμετρο
—
ριπολίνη
—
ανθελληνικός
—
αγαθοποιία
—
επιλόχιος
—
πλεονάζω
—
ξεμοντάρω
—
άδεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве