|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επαργυρωμένος? — — οίκαδε — αμαξηλατώ — πρυμιός — αεριοποιητής — αναδημοσιεύομαι — συνάλλαγμα — ξοδεμός — αποκαθαρτικός — κόσσυφος — αριστερόκοσμος — εναποταμιεύω — κασέλλα — χωροχρόνος — αποθράσυνση — ζαχαροπλασμένος — συνονόματος — επεκτατικός — καλοφαγία — απασχολημένος — δροσερότητα — καυκιά |
|||