|
η прихожанка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прихожанка? — ενορίτισσα как с (ново)греческого переводится слово ενορίτισσα? — прихожанка — φιλοπόλεμος — αξιόποινος — παπίσιος — ανυπόνοιαστος — νταρντάνα — ψίχα — αστυνόμος — ακρογιάλι — σπληνιώ — άκλητος — λυχνείον — αντιχαίρω — λιχούδικα — τσουγκράνα — λιθανθρακωρύχος — συγκαιρινός — ολοκαινούργιος — υψίκορμος — δαμάλα — συνδετικός — δερματουργικός |
|||