Новогреческий словарь
επισκοπεύω
επισκοπεύω
быть епископом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
быть епископом
? —
επισκοπεύω
как с
(ново)греческого
переводится слово
επισκοπεύω
? — быть епископом
#
(ново)греческий словарь
—
αερικό
—
μονημεριάτικος
—
λιγομάρα
—
επιβλαστάνω
—
κιγκλιδωτός
—
αθεώρητος
—
εκτιμητικός
—
κολληγιάζω
—
αστόχαστα
—
σακκουλήσιος
—
περιπλέω
—
πέταυρο
—
τετρακέφαλος
—
πρελούντιο
—
κυκλοτερής
—
αναπόδεκτος
—
απροθυμοποίητος
—
γίγλα
—
αναρχικότητα
—
σφυροκοπώ
—
διαβολοτεχνίδια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве