|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πιτζαμάκι? — — χελωνόστρακο — ανολογία — πρώτον — τυχοδιώκτης — γαλλομάθεια — απαιτώ — αγοραίο — καπελλάς — κουρελιάζω — σπιθαμιαιος — ισχνεύω — καθαίρεση — χονδροποίηση — αναβόλι — βιοφωτογραφία — διακελεύομαι — χηλή — πλεονεκτώ — αδελφομίκτις — εφοδιασμός — επάγγελμα |
|||