Новогреческий словарь
πολύφερνος
πολύφερν|ος
с большим приданым
;
~η νύφη — богатая невеста
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
с большим приданым
? —
πολύφερνος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολύφερνος
? — с большим приданым
#
(ново)греческий словарь
—
στρατάρχης
—
αγοραπωλησία
—
μπάζει
—
διεξοδικότητα
—
ωμόμετρο
—
μαλλιοτραβιούμαι
—
υαλοποιός
—
αεροηλιόλουτρο
—
αρχικά
—
ακέδρωτος
—
αναπαλλοτρίωτο
—
οπτιμιστικός
—
φθογγολογία
—
ανακαλιούμαι
—
ξέμετρο
—
αλετροσίδερο
—
διυφαίνω
—
δίκαυλος
—
ασχολία
—
εντεύθεν
—
γραμματοσημοσυλλέκτρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве