|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαντιλάκι? — — απλός — καννιβαλισμός — περισκελίς — απερίγραφτος — δυσεξήγητος — συντομευτικός — ειδύλλιο — λαδού — συνισταμένη — ορνιθαρειό — σμύρνα — παραμελών — αναβλάστημα — κατηφοριά — άνομος — αδικοκρατία — ξαγορασμός — στραβογερνώ — μακρόστενος — αιματολογία — ερυθροκύτωση |
|||