Новогреческий словарь
κερκιδικός
κερκιδικός
анат.
лучевой
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лучевой
? —
κερκιδικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
κερκιδικός
? — лучевой
#
(ново)греческий словарь
—
προανακρίνω
—
κιονοστάτης
—
ηλεκτροκινητική
—
φεμινιστικός
—
θυσιάζομαι
—
επιμήκυνση
—
μαρινάρω
—
εκτελωνισμός
—
κόθρος
—
προικοδότηση
—
εκτόμηση
—
προγραμματικός
—
επαιτώ
—
μαραθωνομάχος
—
αναζώνω
—
ανάσαση
—
πάροικος
—
σύναπαντάω
—
σπονδυλωτός
—
ψυχοφυσιολόγος
—
αφήγηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве