Новогреческий словарь
βελοειδής
βελοειδ|ής
стреловидный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стреловидный
? —
βελοειδής
как с
(ново)греческого
переводится слово
βελοειδής
? — стреловидный
#
(ново)греческий словарь
—
τσίριγμα
—
τρισκατάρατος
—
ομοιοπλασία
—
τούλινος
—
ουσιαστικώς
—
ανάμεσος
—
ξετσιπώνω
—
γενεσιουργικός
—
ενενηκονταετία
—
εμπερίστατος
—
ερημώ
—
μαχαιροποιείο
—
φρύσσω
—
πολίτισσα
—
ξαγρύπνια
—
αλήτισσα
—
θεόκουτος
—
ναυαρχικός
—
αερόλιθος
—
πηροδάκτυλος
—
κλατάρω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве