Новогреческий словарь
ανέζευξα
ανέζευξα
αόρ. от αναζευγνύω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανέζευξα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
καταστρεπτικός
—
ταξιάρχης
—
πυροστάτης
—
χώρα
—
φωτίτσα
—
κείμαι
—
γεζουίτης
—
ισχιαδικός
—
αυτοδιοίκητος
—
μαγμόσφαιρα
—
αρσενικούχος
—
ενενηνταριά
—
αποσπόντα
—
νικοτινίζω
—
θηλυπρεπώς
—
αμβλύνους
—
ανθισμένος
—
θράκια
—
κέφαλος
—
καλονάρχημα
—
ολιγόκοσμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве