Новогреческий словарь
οσπριοφαγία
οσπριοφαγία
η
употребление бобов в пищу
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
употребление бобов в пищу
? —
οσπριοφαγία
как с
(ново)греческого
переводится слово
οσπριοφαγία
? — употребление бобов в пищу
#
(ново)греческий словарь
—
θαλασσόλουστος
—
μουσκεύω
—
συμπάθεία
—
βλαμμένος
—
χαμόδεντρο
—
πυρηνελαιουργία
—
εκτενής
—
μαλαιασμένος
—
κάμπια
—
πολυφορτώνομαι
—
καραβοτσακίζομαι
—
βεζίρης
—
πουπουλάκι
—
λεκιάζομαι
—
πυρομετρικός
—
ζυγούρι
—
αντίβολο
—
πρυμνοδέτηση
—
αιμωδίαση
—
κρυπτός
—
αναρθρία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве