|
ο каменотёс #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово каменотёс? — λιθοπελεκητής как с (ново)греческого переводится слово λιθοπελεκητής? — каменотёс — συσκοτίζω — απόκειται — διαφόριση — φιστίκι — ατιμάζω — ετεροτοπία — παραγνωρίζομαι — ψηφιοποιούμαι — μαρούλι — γενειοφόρος — ραιβοποδία — αξιομίμητος — αποχωσιάζω — γελοιοποιώ — ετερόφθαλμος — σφουγγαρίζω — ζωολογικός — τυραννίσκος — αναγνώνομαι — κατσουφιάζω — σαλαμάνδρα |
|||